Νοτισμένος στα τούρκικα
Μετάφραση: νοτισμένος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
nemli, nemli bir, nem, ıslak, rutubetli
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νοτισμένος
νοτισμένος συνόνυμα, νοτισμένος λεξικό γλώσσας τούρκικα, νοτισμένος στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- νοστιμίζω στα τούρκικα - baharat, mevsim, zevk, çeşni, mis gibi kokmak, tat, hoşlanmak
- νοτερός στα τούρκικα - belirgin, telaffuz, okunur, belirgindir, belirgin bir
- νουθεσία στα τούρκικα - öğüt, uyarı, İhtar, öğüttür, tembih
- νουθετώ στα τούρκικα - konferans, konuşma, ihtar etmek, uyarmak, öğüt, uyarman, admonish
Τυχαίες λέξεις
Νοτισμένος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: nemli, nemli bir, nem, ıslak, rutubetli
Μεταφράσεις: nemli, nemli bir, nem, ıslak, rutubetli