Νοτισμένος στα ιταλικά
Μετάφραση: νοτισμένος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
umido, umidità, umida, umidi, inumidito
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νοτισμένος
νοτισμένος συνόνυμα, νοτισμένος λεξικό γλώσσας ιταλικά, νοτισμένος στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- νοστιμίζω στα ιταλικά - condire, ammannire, stagione, assaporare, gustare, gusto, condimento, ...
- νοτερός στα ιταλικά - pronunciato, pronunciata, pronuncia, si pronuncia, pronunciate
- νουθεσία στα ιταλικά - ammonizione, monito, ammonimento, esortazione, avvertimento
- νουθετώ στα ιταλικά - conferenza, diffidare, ammonire, esortare, ammoniscono, ammonirlo, ammonire i, ...
Τυχαίες λέξεις
Νοτισμένος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: umido, umidità, umida, umidi, inumidito
Μεταφράσεις: umido, umidità, umida, umidi, inumidito