Ξένοιαστος στα ισλανδικά
Μετάφραση: ξένοιαστος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
áhyggjulaus, Carefree, áhyggjulausir, áhyggjulausu
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξένοιαστος
ξένοιαστος παλαβιάρης, ξένοιαστος καβαλάρης, ξένοιαστος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ξένοιαστος στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- ξάρτια στα ισλανδικά - rigging, reiða
- ξέγνοιαστος στα ισλανδικά - lighthearted
- ξένος στα ισλανδικά - erlendur, útlendingur, ókunnugur, ókunnur, útlendingurinn, ókunnugum
- ξέρω στα ισλανδικά - vita, kunna, þekkja, veit, vitum, veist, að vita
Τυχαίες λέξεις
Ξένοιαστος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: áhyggjulaus, Carefree, áhyggjulausir, áhyggjulausu
Μεταφράσεις: áhyggjulaus, Carefree, áhyggjulausir, áhyggjulausu