Ξένοιαστος στα πορτογαλικά

Μετάφραση: ξένοιαστος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
despreocupado, carefree, despreocupada, Conceito Despreocupado, sem preocupações
Ξένοιαστος στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ξένοιαστος

ξένοιαστος παλαβιάρης, ξένοιαστος καβαλάρης, ξένοιαστος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ξένοιαστος στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • ξάρτια στα πορτογαλικά - cordame, rigging, aparelhamento, de rigging, equipar
  • ξέγνοιαστος στα πορτογαλικά - vulgar, comum, ordinário, alegre, ligeiro, despreocupado, leve, ...
  • ξένος στα πορτογαλικά - estranho, testa, estrangeiro, alienígena, fronte, desconhecido, estranha, ...
  • ξέρω στα πορτογαλικά - ver, entender, nó, conhecer, saber, saiba, sabe, ...
Τυχαίες λέξεις
Ξένοιαστος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: despreocupado, carefree, despreocupada, Conceito Despreocupado, sem preocupações