Ξένοιαστος στα ουγγρικά
Μετάφραση: ξένοιαστος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
gondtalan, a gondtalan, felhőtlen, gondtalanul, gondtalannak
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξένοιαστος
ξένοιαστος παλαβιάρης, ξένοιαστος καβαλάρης, ξένοιαστος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ξένοιαστος στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- ξάρτια στα ουγγρικά - árbocozat, vitorlázat, kötélzet, felszerelés, kötélzeti, árbocozatot, összejátszás
- ξέγνοιαστος στα ουγγρικά - utcai, hétköznapi, könnyed, vidám, szívvel, gondtalan
- ξένος στα ουγγρικά - kívülálló, idegen, idegent, idegennel, idegennek, stranger
- ξέρω στα ουγγρικά - tud, tudom, tudni
Τυχαίες λέξεις
Ξένοιαστος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: gondtalan, a gondtalan, felhőtlen, gondtalanul, gondtalannak
Μεταφράσεις: gondtalan, a gondtalan, felhőtlen, gondtalanul, gondtalannak