Ξένοιαστος στα ιταλικά
Μετάφραση: ξένοιαστος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
gaio, spensierato, spensierata, carefree, spensieratezza, spensierati
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξένοιαστος
ξένοιαστος παλαβιάρης, ξένοιαστος καβαλάρης, ξένοιαστος λεξικό γλώσσας ιταλικά, ξένοιαστος στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- ξάρτια στα ιταλικά - sartiame, costruttore, rigging, manovre, attrezzamento
- ξέγνοιαστος στα ιταλικά - fortuito, accidentale, comune, casuale, occasionale, spensierato, allegro, ...
- ξένος στα ιταλικά - forestiero, estero, estraneo, forestiere, straniero, sconosciuto, estranea
- ξέρω στα ιταλικά - sapere, riconoscere, conoscere, so, sa, saperne
Τυχαίες λέξεις
Ξένοιαστος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: gaio, spensierato, spensierata, carefree, spensieratezza, spensierati
Μεταφράσεις: gaio, spensierato, spensierata, carefree, spensieratezza, spensierati