Ορεκτικό στα ισλανδικά
Μετάφραση: ορεκτικό, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
appetizer
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ορεκτικό
ορεκτικό με μανιτάρια, ορεκτικό με φέτα, ορεκτικό με καπνιστή πέστροφα, ορεκτικό με σολομό, ορεκτικό με μελιτζάνες, ορεκτικό λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ορεκτικό στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- ορειβασία στα ισλανδικά - klifra, klifur, Climbing, fjallaklifur, klettaklifur
- ορεινός στα ισλανδικά - fjöllum, fjöllótt, fjalllent
- ορεκτικός στα ισλανδικά - appetizing, lystaukandi, girnilegastan, sem girnilegastan
- ορθογραφία στα ισλανδικά - stafsetning, stöfun, stafsetningu, stafsett, stafsetningar, sem fæli
Τυχαίες λέξεις
Ορεκτικό στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: appetizer
Μεταφράσεις: appetizer