Ορεκτικό στα πολωνικά

Μετάφραση: ορεκτικό, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
przystawka, rozrusznik, przekąska, zakąska, przystawek, appetizer
Ορεκτικό στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ορεκτικό

ορεκτικό με μανιτάρια, ορεκτικό με φέτα, ορεκτικό με καπνιστή πέστροφα, ορεκτικό με σολομό, ορεκτικό με μελιτζάνες, ορεκτικό λεξικό γλώσσας πολωνικά, ορεκτικό στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • ορειβασία στα πολωνικά - taternictwo, alpinistyka, wspinaczka, wspinaczkowy, wspinaczki, wspinaczkowa, skałkowa
  • ορεινός στα πολωνικά - górzysty, śródgórski, górski, górskich, górzyste, górzysta
  • ορεκτικός στα πολωνικά - apetyczny, apetycznie, appetizing, apetyczne, apetyt
  • ορθογραφία στα πολωνικά - literowanie, dyktando, czytanie, pisownia, dyktowanie, dyktator, ortografia, ...
Τυχαίες λέξεις
Ορεκτικό στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: przystawka, rozrusznik, przekąska, zakąska, przystawek, appetizer