Ορεκτικό στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: ορεκτικό, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
мезе, предјадење, апетисани
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ορεκτικό
ορεκτικό με μανιτάρια, ορεκτικό με φέτα, ορεκτικό με καπνιστή πέστροφα, ορεκτικό με σολομό, ορεκτικό με μελιτζάνες, ορεκτικό λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, ορεκτικό στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- ορειβασία στα σλαβομακεδονικά - Маратон, качување, качувачки, искачување, качување по
- ορεινός στα σλαβομακεδονικά - планински, планинската, планинскиот, планинските, планинска
- ορεκτικός στα σλαβομακεδονικά - апетитот, вкусни, апетитен, привлечна, вкусна
- ορθογραφία στα σλαβομακεδονικά - правопис, правописни, правописот, на правопис, правописните
Τυχαίες λέξεις
Ορεκτικό στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: мезе, предјадење, апетисани
Μεταφράσεις: мезе, предјадење, апетисани