Ορεκτικό στα τούρκικα

Μετάφραση: ορεκτικό, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
meze, appetizer, iştah açıcı, mezeler
Ορεκτικό στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ορεκτικό

ορεκτικό με μανιτάρια, ορεκτικό με φέτα, ορεκτικό με καπνιστή πέστροφα, ορεκτικό με σολομό, ορεκτικό με μελιτζάνες, ορεκτικό λεξικό γλώσσας τούρκικα, ορεκτικό στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • ορειβασία στα τούρκικα - tırmanma, tırmanışı, tırmanış, climbing, dağcılık
  • ορεινός στα τούρκικα - dağlık, dağlık bir, dağ
  • ορεκτικός στα τούρκικα - iştah açıcı, appetising, lezzetli, iştah açıcı bir, iştah
  • ορθογραφία στα τούρκικα - komut, emir, yazım, imla, yazım denetimi, spelling, Yazımınızı
Τυχαίες λέξεις
Ορεκτικό στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: meze, appetizer, iştah açıcı, mezeler