Ορμόνη στα ισλανδικά
Μετάφραση: ορμόνη, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hormón, hormónið, hormónum, hormóni, hormón sem
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ορμόνη
ορμόνη οξυτοκίνη, ορμόνη γκρελίνη, ορμόνη ριζοβολίας, ορμόνη ετυμολογία, ορμόνη εγκυμοσύνης, ορμόνη λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ορμόνη στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- ορμή στα ισλανδικά - skriðþunga, Momentum, skriðþungi, krafti, skriðþunga að
- ορμητικός στα ισλανδικά - impetuous
- ορνιθοσκαλίσματα στα ισλανδικά - scribble, Rissa
- οροθεσία στα ισλανδικά - afmörkun, afmarka, afmörkunin
Τυχαίες λέξεις
Ορμόνη στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: hormón, hormónið, hormónum, hormóni, hormón sem
Μεταφράσεις: hormón, hormónið, hormónum, hormóni, hormón sem