Ορμόνη στα πορτογαλικά
Μετάφραση: ορμόνη, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
hormônio, hormona, hormona de, hormônio do, hormônio de
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ορμόνη
ορμόνη οξυτοκίνη, ορμόνη γκρελίνη, ορμόνη ριζοβολίας, ορμόνη ετυμολογία, ορμόνη εγκυμοσύνης, ορμόνη λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ορμόνη στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- ορμή στα πορτογαλικά - caprichoso, arremetidas, pressa, impugnar, arranco, acometer, capricho, ...
- ορμητικός στα πορτογαλικά - impetuoso, impetuosa, impetuosos, impetuous, impetuosas
- ορνιθοσκαλίσματα στα πορτογαλικά - rabisco, rabiscar, Scribble, do Scribble, Scribble da
- οροθεσία στα πορτογαλικά - demarcação, delimitação, de demarcação, a demarcação, demarcação de
Τυχαίες λέξεις
Ορμόνη στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: hormônio, hormona, hormona de, hormônio do, hormônio de
Μεταφράσεις: hormônio, hormona, hormona de, hormônio do, hormônio de