Ορμόνη στα τούρκικα
Μετάφραση: ορμόνη, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
hormon, hormonu, hormonunun, hormondur
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ορμόνη
ορμόνη οξυτοκίνη, ορμόνη γκρελίνη, ορμόνη ριζοβολίας, ορμόνη ετυμολογία, ορμόνη εγκυμοσύνης, ορμόνη λεξικό γλώσσας τούρκικα, ορμόνη στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- ορμή στα τούρκικα - acele, kapris, moment, ivme, Momentum, momentumu, momentumun
- ορμητικός στα τούρκικα - aceleci, coşkun, tez, tez canlı, impetuous
- ορνιθοσκαλίσματα στα τούρκικα - karalama, karalamak, Taşlak, scribble, çiziktirme
- οροθεσία στα τούρκικα - sınır çekme, sınır, çizimi, demarkasyon, sınır çizimi
Τυχαίες λέξεις
Ορμόνη στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: hormon, hormonu, hormonunun, hormondur
Μεταφράσεις: hormon, hormonu, hormonunun, hormondur