Πιστοποιώ στα ισλανδικά
Μετάφραση: πιστοποιώ, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
votta, sannreynt, staðfesta, staðfesti, að votta
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πιστοποιώ
πιστοποιώ συνώνυμα, πιστοποιώ λεξικό γλώσσας ισλανδικά, πιστοποιώ στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- πιστεύω στα ισλανδικά - halda, trúa, telja, tel, teljum, trúi
- πιστοποιητικό στα ισλανδικά - vottorð, vottorðið, skírteini, skírteinið, skilríki
- πιστωτής στα ισλανδικά - lánardrottinn, kröfuhafi, kröfuhafa, lánveitandi, kröfuhafi er
- πιστόλι στα ισλανδικά - byssa, byssu, Gun, byssuna, Byssa, byssan
Τυχαίες λέξεις
Πιστοποιώ στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: votta, sannreynt, staðfesta, staðfesti, að votta
Μεταφράσεις: votta, sannreynt, staðfesta, staðfesti, að votta