Προσβάλλομαι στα ισλανδικά
Μετάφραση: προσβάλλομαι, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
taka, að taka, tekið, gera, tekur
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προσβάλλομαι
προσβάλλομαι κλίση, προσβάλλομαι λεξικό γλώσσας ισλανδικά, προσβάλλομαι στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- προσαρμόζω στα ισλανδικά - rétta, stilla, að stilla, breyta, aðlaga, stillt
- προσαύξηση στα ισλανδικά - aukagjald, aukagjaldi, beiðni, gegn gjaldi, ungbarnarúm
- προσβάλλω στα ισλανδικά - vægur, brjóta, brjóta af, hneykslum, brjóta af sér, móðga
- προσβλητικός στα ισλανδικά - móðgandi, sókn
Τυχαίες λέξεις
Προσβάλλομαι στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: taka, að taka, tekið, gera, tekur
Μεταφράσεις: taka, að taka, tekið, gera, tekur