Προσβάλλομαι στα νορβηγικά
Μετάφραση: προσβάλλομαι, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
kontrakt, ta, tar, dra, å ta, kan
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προσβάλλομαι
προσβάλλομαι κλίση, προσβάλλομαι λεξικό γλώσσας νορβηγικά, προσβάλλομαι στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- προσαρμόζω στα νορβηγικά - tilpasse, utstyr, avpasse, tillempe, tilbehør, redskap, tannhjul, ...
- προσαύξηση στα νορβηγικά - tilleggsgebyr, tilleggsavgift, avgift, mot et pristillegg, mot en avgift
- προσβάλλω στα νορβηγικά - slank, fornærmelse, ubetydelig, ringe, tynn, fornærme, støte, ...
- προσβλητικός στα νορβηγικά - støtende, offensiven, offensiv, offensive, krenkende
Τυχαίες λέξεις
Προσβάλλομαι στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: kontrakt, ta, tar, dra, å ta, kan
Μεταφράσεις: kontrakt, ta, tar, dra, å ta, kan