Σάλι στα ισλανδικά
Μετάφραση: σάλι, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
sjalið, sjal
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σάλι
σάλι σπέκτρα, σάλι ράιντ, σάλι αξλ, σάλι με βελόνες, σάλι μπερίσα, σάλι λεξικό γλώσσας ισλανδικά, σάλι στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- ρύπανση στα ισλανδικά - mengun, mengunar, mengunin, mengunarvarnir, sem mengun
- ρώμη στα ισλανδικά - afl, kraftur, Rome, Róm, í Róm
- σάλος στα ισλανδικά - læti, ofmetnaður, uppþot, að ofmetnaður, af því að ofmetnaður, því að ofmetnaður
- σάλπιγγα στα ισλανδικά - horn, trompet, lúðurinn, lúður, lúðurinn svo
Τυχαίες λέξεις
Σάλι στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: sjalið, sjal
Μεταφράσεις: sjalið, sjal