Υπέρβαρος στα ισλανδικά

Μετάφραση: υπέρβαρος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
yfirvigt, of þung, yfirþyngd, of þungur, of þungir
Υπέρβαρος στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υπέρβαρος

υπέρβαρος παχύσαρκος, υπέρβαροσ ή παχύσαρκοσ, υπέρβαρος δίαιτα, υπέρβαρος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, υπέρβαρος στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • υπάρχοντα στα ισλανδικά - dót, eigur, eigum, eignum
  • υπάρχω στα ισλανδικά - til, eru, hendi, fyrir hendi, vera
  • υπέροχος στα ισλανδικά - glæsilegur, stórkostlegur, yndislegt, dásamlegt, dásamlegur, dásamleg, frábæra
  • υπήκοος στα ισλανδικά - fag, málefni, landsvísu, National, ríkisborgari, innlenda, innlend
Τυχαίες λέξεις
Υπέρβαρος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: yfirvigt, of þung, yfirþyngd, of þungur, of þungir