Υπέρβαρος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: υπέρβαρος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
excesso de peso, sobrepeso, acima do peso, com sobrepeso, overweight
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπέρβαρος
υπέρβαρος παχύσαρκος, υπέρβαροσ ή παχύσαρκοσ, υπέρβαρος δίαιτα, υπέρβαρος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, υπέρβαρος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- υπάρχοντα στα πορτογαλικά - pertences, bens, objetos, os pertences, objectos
- υπάρχω στα πορτογαλικά - haver, estar, exilar, existir, existem, existe, existam, ...
- υπέροχος στα πορτογαλικά - admirável, fabuloso, maravilhoso, maravilha, maravilhosa, maravilhosos, maravilhosas, ...
- υπήκοος στα πορτογαλικά - debelar, sujeito, assunto, sujeitar, tema, motivo, temas, ...
Τυχαίες λέξεις
Υπέρβαρος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: excesso de peso, sobrepeso, acima do peso, com sobrepeso, overweight
Μεταφράσεις: excesso de peso, sobrepeso, acima do peso, com sobrepeso, overweight