Υπέρβαρος στα ουγγρικά
Μετάφραση: υπέρβαρος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
túlsúlyos, túlsúly, a túlsúly, túlsúllyal, túlsúlyosság
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπέρβαρος
υπέρβαρος παχύσαρκος, υπέρβαροσ ή παχύσαρκοσ, υπέρβαρος δίαιτα, υπέρβαρος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, υπέρβαρος στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- υπάρχοντα στα ουγγρικά - holmi, holmiját, tárgyait, holmijukat, holmik
- υπάρχω στα ουγγρικά - létezik, léteznek, erről, vannak, létező
- υπέροχος στα ουγγρικά - mesés, csodálatos, gyönyörű, a csodálatos, csodás, nagyszerű
- υπήκοος στα ουγγρικά - állampolgár, tantárgy, nemzeti, a nemzeti, országos, előterjesztő, hazai
Τυχαίες λέξεις
Υπέρβαρος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: túlsúlyos, túlsúly, a túlsúly, túlsúllyal, túlsúlyosság
Μεταφράσεις: túlsúlyos, túlsúly, a túlsúly, túlsúllyal, túlsúlyosság