Υπέρβαρος στα ουκρανικά

Μετάφραση: υπέρβαρος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
перевага, надмірна вага, надлишкову вагу, надлишкова вага, надмірну вагу, зайва вага
Υπέρβαρος στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υπέρβαρος

υπέρβαρος παχύσαρκος, υπέρβαροσ ή παχύσαρκοσ, υπέρβαρος δίαιτα, υπέρβαρος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, υπέρβαρος στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • υπάρχοντα στα ουκρανικά - речі, майно, приладдя, речей
  • υπάρχω στα ουκρανικά - знаходитися, бути, жити, мешкати, існувати, містити, годуватися, ...
  • υπέροχος στα ουκρανικά - міфічний, чудовий, дивується, виблискуючий, блискучий, легендарний, розкішний, ...
  • υπήκοος στα ουκρανικά - предмет, підвладний, піддавати, підлеглий, тема, Національний, Національна, ...
Τυχαίες λέξεις
Υπέρβαρος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: перевага, надмірна вага, надлишкову вагу, надлишкова вага, надмірну вагу, зайва вага