Φρικιό στα ισλανδικά
Μετάφραση: φρικιό, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Freak, viðundur
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φρικιό
μαμά φρικιό, μονόφθαλμο φρικιό, το φρικιό, φρικιό λεξικό γλώσσας ισλανδικά, φρικιό στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- φρεσκάρω στα ισλανδικά - hressa, Uppfæra, endurhlaða, endurnýjað, endurnýjað fyrir
- φρικιαστικός στα ισλανδικά - skelfilegt, skelfilegur, er skelfilegt, hræðilegri
- φρικτός στα ισλανδικά - hræðilegt, hryllilegur, hræðilega, rugl, hræðilegu
- φριχτός στα ισλανδικά - hræðilegt, hryllilegur, hræðilega, rugl, hræðilegu
Τυχαίες λέξεις
Φρικιό στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: Freak, viðundur
Μεταφράσεις: Freak, viðundur