Φρικιό στα ιταλικά
Μετάφραση: φρικιό, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
mostro, capriccio, Freak, di Freak, fenomeno
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φρικιό
μαμά φρικιό, μονόφθαλμο φρικιό, το φρικιό, φρικιό λεξικό γλώσσας ιταλικά, φρικιό στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- φρεσκάρω στα ιταλικά - rinfrescare, Aggiorna, aggiornamento, di aggiornamento, Refresh
- φρικιαστικός στα ιταλικά - orribile, terribile, orribili, orrendo, terribili
- φρικτός στα ιταλικά - orribile, orrendo, terribile, orribili, horrible
- φριχτός στα ιταλικά - orribile, orrendo, terribile, orribili, horrible
Τυχαίες λέξεις
Φρικιό στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: mostro, capriccio, Freak, di Freak, fenomeno
Μεταφράσεις: mostro, capriccio, Freak, di Freak, fenomeno