Φρικιό στα τούρκικα
Μετάφραση: φρικιό, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
hilkat garibesi, acayip, Freak, ucube, bir ucube
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φρικιό
μαμά φρικιό, μονόφθαλμο φρικιό, το φρικιό, φρικιό λεξικό γλώσσας τούρκικα, φρικιό στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- φρεσκάρω στα τούρκικα - yenileme, Yenile, yenilemek, refresh, tazeleme
- φρικιαστικός στα τούρκικα - korkunç, korkunç bir, dehşet verici, horrific, korkutucu
- φρικτός στα τούρκικα - korkunç, korkunç bir, horrible, korkunçtu, kötü
- φριχτός στα τούρκικα - korkunç, korkunç bir, horrible, korkunçtu, kötü
Τυχαίες λέξεις
Φρικιό στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: hilkat garibesi, acayip, Freak, ucube, bir ucube
Μεταφράσεις: hilkat garibesi, acayip, Freak, ucube, bir ucube