Φρικιό στα ρουμανικά
Μετάφραση: φρικιό, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
ciudățenie, Freak, ciudat, ciudatule, ciudatenie
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φρικιό
μαμά φρικιό, μονόφθαλμο φρικιό, το φρικιό, φρικιό λεξικό γλώσσας ρουμανικά, φρικιό στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- φρεσκάρω στα ρουμανικά - reîmprospăta, reîmprospătare, de reîmprospătare, refresh, actualizează
- φρικιαστικός στα ρουμανικά - oribil, îngrozitoare, oribile, oribila, oribilă
- φρικτός στα ρουμανικά - oribil, oribilă, oribila, oribile, groaznic
- φριχτός στα ρουμανικά - oribil, oribilă, oribila, oribile, groaznic
Τυχαίες λέξεις
Φρικιό στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: ciudățenie, Freak, ciudat, ciudatule, ciudatenie
Μεταφράσεις: ciudățenie, Freak, ciudat, ciudatule, ciudatenie