Φρικιό στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: φρικιό, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
навивач, Изрод, Freak, изроди, Изродот
Φρικιό στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φρικιό

μαμά φρικιό, μονόφθαλμο φρικιό, το φρικιό, φρικιό λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, φρικιό στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • φρεσκάρω στα σλαβομακεδονικά - освежување, освежување на, за освежување, освежи, refresh
  • φρικιαστικός στα σλαβομακεδονικά - ужасниот, ужасната, ужасни, ужасна, ужасно
  • φρικτός στα σλαβομακεδονικά - грозно, ужасна, страшни, ужасно, ужасни
  • φριχτός στα σλαβομακεδονικά - грозно, ужасна, страшни, ужасно, ужасни
Τυχαίες λέξεις
Φρικιό στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: навивач, Изрод, Freak, изроди, Изродот