Φρικιό στα λιθουανικά

Μετάφραση: φρικιό, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
ožys, užsispyrimas, narkomanas, keistas, apsigimėlis, keistuolis, fanatikas
Φρικιό στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φρικιό

μαμά φρικιό, μονόφθαλμο φρικιό, το φρικιό, φρικιό λεξικό γλώσσας λιθουανικά, φρικιό στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • φρεσκάρω στα λιθουανικά - atnaujinti, atsigaivinti, pasistiprinti, atgaivinti, atvėsinti
  • φρικιαστικός στα λιθουανικά - šiurpus, žiaurios, siaubingi, siaubinga, baisi
  • φρικτός στα λιθουανικά - siaubingas, patekęs, kad patekęs, patekęs svetainės, kad patekęs svetainės
  • φριχτός στα λιθουανικά - siaubingas, patekęs, kad patekęs, patekęs svetainės, kad patekęs svetainės
Τυχαίες λέξεις
Φρικιό στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: ožys, užsispyrimas, narkomanas, keistas, apsigimėlis, keistuolis, fanatikas