Ωχρός στα ισλανδικά

Μετάφραση: ωχρός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
fölur, sallow
Ωχρός στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ωχρός

ωχρός σύνδεσμος, ωχρός συνώνυμο, ωχρός μυελός, ωχρός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ωχρός στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • ωφέλιμος στα ισλανδικά - gagnlegt, gagnlegur, gagnleg, gagnlegar, gagni
  • ωφελώ στα ισλανδικά - duga, ofelo
  • όαση στα ισλανδικά - vin, Oasis, gróðurvin, gróðursæl vin, vin í
  • όγδοος στα ισλανδικά - áttundi, áttunda, áttundu, hinn áttundi
Τυχαίες λέξεις
Ωχρός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: fölur, sallow