Ωχρός στα σουηδικά
Μετάφραση: ωχρός, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
sälg, sallow, glåmig, gulblek
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ωχρός
ωχρός σύνδεσμος, ωχρός συνώνυμο, ωχρός μυελός, ωχρός λεξικό γλώσσας σουηδικά, ωχρός στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ωφέλιμος στα σουηδικά - nyttig, användbar, användbart, användbara, nytta, en användbar
- ωφελώ στα σουηδικά - nytta, ofelo
- όαση στα σουηδικά - oas, oasis, oasen
- όγδοος στα σουηδικά - åttonde, åttondel, åtta, åttondels, den åttonde
Τυχαίες λέξεις
Ωχρός στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: sälg, sallow, glåmig, gulblek
Μεταφράσεις: sälg, sallow, glåmig, gulblek