Αποφασιστικότητα στα ισπανικά

Μετάφραση: αποφασιστικότητα, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
decisión, determinación, definición, la determinación, determinación de, determinar
Αποφασιστικότητα στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποφασιστικότητα

αποφασιστικότητα ορισμος, αποφασιστικότητα έναντι των άκρων, αποφασιστικότητα wiki, αποφασιστικότητα ιστορικών προσώπων, αποφασιστικότητα αποφθεγματα, αποφασιστικότητα λεξικό γλώσσας ισπανικά, αποφασιστικότητα στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • αποφασισμένος στα ισπανικά - decidido, resuelto, determinado, determinada, determina, determinó, determine
  • αποφασιστικός στα ισπανικά - decisivo, decisiva, determinante, decisivas, decisivos
  • αποφεύγω στα ισπανικά - esquivar, evadir, excusar, sortear, eludir, evitar, soslayar, ...
  • αποφοίτηση στα ισπανικά - graduación, la graduación, de graduación, graduación de, de la graduación
Τυχαίες λέξεις
Αποφασιστικότητα στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: decisión, determinación, definición, la determinación, determinación de, determinar