Γέρικος στα ισπανικά
Μετάφραση: γέρικος, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
antiguo, anciano, añejo, añoso, viejo, gerikos
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γέρικος
γέρικος λεξικό γλώσσας ισπανικά, γέρικος στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- γέννηση στα ισπανικά - comienzo, parto, nacimiento, nacer, a luz, de nacimiento
- γένος στα ισπανικά - sexualidad, género, géneros, genero, del género, género de
- γέρνω στα ισπανικά - agachar, plegar, seco, curva, sesgo, declive, cuesta, ...
- γέρος στα ισπανικά - anciano, añejo, antiguo, añoso, viejo, edad, vieja, ...
Τυχαίες λέξεις
Γέρικος στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: antiguo, anciano, añejo, añoso, viejo, gerikos
Μεταφράσεις: antiguo, anciano, añejo, añoso, viejo, gerikos