Γέρικος στα ουγγρικά
Μετάφραση: γέρικος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
vén, ó, öreg, gerikos
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γέρικος
γέρικος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, γέρικος στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- γέννηση στα ουγγρικά - születés, születési, születése, szülés, születésének
- γένος στα ουγγρικά - genus, nemzetség, nemhez tartozó, nemzetségbe, nemzetségbe tartozó
- γέρνω στα ουγγρικά - üres, hajlás, görbület, útkanyar, ivászat, virgula, lefogyott, ...
- γέρος στα ουγγρικά - öreg, ó, vén, régi, a régi, éves, idős
Τυχαίες λέξεις
Γέρικος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: vén, ó, öreg, gerikos
Μεταφράσεις: vén, ó, öreg, gerikos