Γλυπτό στα ισπανικά
Μετάφραση: γλυπτό, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
entalladura, esculpir, escultura, la escultura, escultura de, esculturas
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γλυπτό
γλυπτό δεθ, γλυπτό corten, γλυπτό δρομέας, γλυπτό πρωτοψάλτη, γλυπτό του ροντέν, γλυπτό λεξικό γλώσσας ισπανικά, γλυπτό στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- γλυκύτητα στα ισπανικά - dulzura, dulzor, la dulzura, dulce, suavidad
- γλυπτική στα ισπανικά - escultura, entalladura, esculpir, la escultura, escultura de, esculturas
- γλωσσικός στα ισπανικά - lingüístico, lingüística, lingüísticos, lingüísticas, lingística
- γλωσσολογία στα ισπανικά - lingüística, la lingüística
Τυχαίες λέξεις
Γλυπτό στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: entalladura, esculpir, escultura, la escultura, escultura de, esculturas
Μεταφράσεις: entalladura, esculpir, escultura, la escultura, escultura de, esculturas