Γλυπτό στα ουγγρικά

Μετάφραση: γλυπτό, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szobrászat, szobor, szobrot, szobra, szobrok
Γλυπτό στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γλυπτό

γλυπτό δεθ, γλυπτό corten, γλυπτό δρομέας, γλυπτό πρωτοψάλτη, γλυπτό του ροντέν, γλυπτό λεξικό γλώσσας ουγγρικά, γλυπτό στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • γλυκύτητα στα ουγγρικά - merevség, édesség, édes, édessége, édességét, édességet
  • γλυπτική στα ουγγρικά - szobrászat, szobor, szobrot, szobra, szobrok
  • γλωσσικός στα ουγγρικά - nyelvészeti, nyelvtudományi, nyelvi, a nyelvi
  • γλωσσολογία στα ουγγρικά - nyelvészet, nyelvtudomány, nyelvészeti, a nyelvészet, nyelvtudományok
Τυχαίες λέξεις
Γλυπτό στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: szobrászat, szobor, szobrot, szobra, szobrok