Παθητικό στα ισπανικά
Μετάφραση: παθητικό, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
pasivo, obligaciones, pasivos, los pasivos, el pasivo
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παθητικό
παθητικό κάπνισμα, παθητικό σπίτι στην ελλάδα, παθητικό σπίτι, παθητικό εισόδημα, παθητικό κάπνισμα επιπτώσεις, παθητικό λεξικό γλώσσας ισπανικά, παθητικό στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- παθαίνω στα ισπανικά - penar, padecer, sufrir, obtengo, me sale, llego, consigo, ...
- παθητικά στα ισπανικά - pasivo, pasiva, pasivos, pasivas, pasiva de
- παθητικός στα ισπανικά - inerte, pasivo, pasiva, pasivos, pasivas, pasiva de
- παθιασμένος στα ισπανικά - ardiente, apasionado, caliente, apasionada, apasionados, un apasionado, apasiona
Τυχαίες λέξεις
Παθητικό στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: pasivo, obligaciones, pasivos, los pasivos, el pasivo
Μεταφράσεις: pasivo, obligaciones, pasivos, los pasivos, el pasivo