Παθητικό στα κροατικά
Μετάφραση: παθητικό, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
pasiva, odgovornošću, obveze, obveza, obvezama, pasive
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παθητικό
παθητικό κάπνισμα, παθητικό σπίτι στην ελλάδα, παθητικό σπίτι, παθητικό εισόδημα, παθητικό κάπνισμα επιπτώσεις, παθητικό λεξικό γλώσσας κροατικά, παθητικό στα κροατικά
Μεταφράσεις
- παθαίνω στα κροατικά - podnositi, patiti, trpjeti, dopustiti, podnijeti, I, Ja, ...
- παθητικά στα κροατικά - pasivan, pasivni, pasivna, pasivno, pasivne
- παθητικός στα κροατικά - neaktivan, pasivan, nepokretan, pasivno, trpeljiv, pasivni, pasivna, ...
- παθιασμένος στα κροατικά - vatren, plamen, požudan, zaljubljen, strasan, strastveni, strastven, ...
Τυχαίες λέξεις
Παθητικό στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: pasiva, odgovornošću, obveze, obveza, obvezama, pasive
Μεταφράσεις: pasiva, odgovornošću, obveze, obveza, obvezama, pasive