Συμπαθητικός στα ισπανικά
Μετάφραση: συμπαθητικός, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
amable, simpático, agradable, bonito, bonita, bien, bueno
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συμπαθητικός
συμπαθητικός στα αγγλικά, συμπαθητικός στα γαλλικά, συμπαθητικός λεξικό γλώσσας ισπανικά, συμπαθητικός στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- συμπίπτω στα ισπανικά - concurrir, coincidir, concurren, coincido, convenir
- συμπαγής στα ισπανικά - sólido, consistente, compacto, macizo, fuerte, fijo, firme, ...
- συμπαθώ στα ισπανικά - si, semejante, parejo, querer, cómo, como, gustar, ...
- συμπαιγνία στα ισπανικά - colusión, connivencia, la colusión, complicidad, una colusión
Τυχαίες λέξεις
Συμπαθητικός στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: amable, simpático, agradable, bonito, bonita, bien, bueno
Μεταφράσεις: amable, simpático, agradable, bonito, bonita, bien, bueno