Συμπαθητικός στα πολωνικά
Μετάφραση: συμπαθητικός, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
sympatyczny, miły, ładny, dobry, przyjemny, ładne
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συμπαθητικός
συμπαθητικός στα αγγλικά, συμπαθητικός στα γαλλικά, συμπαθητικός λεξικό γλώσσας πολωνικά, συμπαθητικός στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- συμπίπτω στα πολωνικά - zachodzić, nakładać, pokrywać, zgodzić się, zgodzić, zgadzam, zgadzają się, ...
- συμπαγής στα πολωνικά - mocny, gruntowny, stały, solidny, zwarty, masywny, zbity, ...
- συμπαθώ στα πολωνικά - spodobać, lubić, upodobać, podobny, podobać, jak, tak jak, ...
- συμπαιγνία στα πολωνικά - konszachty, zmowa, zmowy, zmowę, zmowie, tajne porozumienie
Τυχαίες λέξεις
Συμπαθητικός στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: sympatyczny, miły, ładny, dobry, przyjemny, ładne
Μεταφράσεις: sympatyczny, miły, ładny, dobry, przyjemny, ładne