Συμπαθητικός στα ιταλικά
Μετάφραση: συμπαθητικός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
simpatico, bello, bella, piacevole, bel, belle
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συμπαθητικός
συμπαθητικός στα αγγλικά, συμπαθητικός στα γαλλικά, συμπαθητικός λεξικό γλώσσας ιταλικά, συμπαθητικός στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- συμπίπτω στα ιταλικά - concorrere, consentire, concordare, concorrono, concordano
- συμπαγής στα ιταλικά - solido, compatto, sodo, forte, denso, consistente, fitto, ...
- συμπαθώ στα ιταλικά - gradire, uguale, simile, piacere, amare, come, piace, ...
- συμπαιγνία στα ιταλικά - collusione, la collusione, una collusione, collusioni, concertazione
Τυχαίες λέξεις
Συμπαθητικός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: simpatico, bello, bella, piacevole, bel, belle
Μεταφράσεις: simpatico, bello, bella, piacevole, bel, belle