Έκταση στα ιταλικά

Μετάφραση: έκταση, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
prolungamento, ampiezza, area, zona, settore, un'area, zona di
Έκταση στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: έκταση

έκταση αθήνας, έκταση πάτρας, έκταση της ελλάδας, έκταση δήμων, έκταση ελληνικού, έκταση λεξικό γλώσσας ιταλικά, έκταση στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • έκρηξη στα ιταλικά - scoppio, eruzione, esplosione, raffica, detonazione, esplosioni, un'esplosione, ...
  • έκσταση στα ιταλικά - estasi, ecstasy, l'estasi, dell'estasi, l'ecstasy
  • έκτος στα ιταλικά - sesto, sesta, VI, il sesto
  • έκτρωση στα ιταλικά - aborto, l'aborto, dell'aborto, all'aborto, abortire
Τυχαίες λέξεις
Έκταση στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: prolungamento, ampiezza, area, zona, settore, un'area, zona di