Έκταση στα τούρκικα

Μετάφραση: έκταση, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
uzama, genişleme, boy, büyüklük, kapsam, alan, alanı, Area, bölge, bölgesindeki
Έκταση στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: έκταση

έκταση αθήνας, έκταση πάτρας, έκταση της ελλάδας, έκταση δήμων, έκταση ελληνικού, έκταση λεξικό γλώσσας τούρκικα, έκταση στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • έκρηξη στα τούρκικα - çıkma, patlama, patlamaya, patlaması, bir patlama, patlamanın
  • έκσταση στα τούρκικα - coşku, ecstasy, ekstazi, ecstasy'nin
  • έκτος στα τούρκικα - altıncı, altı
  • έκτρωση στα τούρκικα - kürtaj, düşük, abortus, düşüğün, kürtajın
Τυχαίες λέξεις
Έκταση στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: uzama, genişleme, boy, büyüklük, kapsam, alan, alanı, Area, bölge, bölgesindeki