Αναπόφευκτα στα ιταλικά
Μετάφραση: αναπόφευκτα, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
inevitabilmente, inevitabile, necessariamente
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναπόφευκτα
αναπόφευκτα στα αγγλικα, αναπόφευκτα συνώνυμα, αναπόφευκτα λεξικό γλώσσας ιταλικά, αναπόφευκτα στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- αναπτύσσομαι στα ιταλικά - evolvere, incrementare, sviluppare, forme, figure, le forme, forma, ...
- αναπτύσσω στα ιταλικά - sviluppare, incrementare, sviluppo, elaborare, lo sviluppo, di sviluppare
- αναπόφευκτος στα ιταλικά - inevitabile, inevitabili, immancabile, inevitabilmente
- αναρριχώμαι στα ιταλικά - corsa, scramble, scalata, affrettarmi, arrampicata
Τυχαίες λέξεις
Αναπόφευκτα στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: inevitabilmente, inevitabile, necessariamente
Μεταφράσεις: inevitabilmente, inevitabile, necessariamente