Ασταμάτητος στα ιταλικά
Μετάφραση: ασταμάτητος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
incessante, inarrestabile, inarrestabili, irrefrenabile, unstoppable
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ασταμάτητος
ασταμάτητος βήχας, ασταμάτητος συνωνυμα, ασταμάτητος θηλασμός, ασταμάτητος λεξικό γλώσσας ιταλικά, ασταμάτητος στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- ασταθής στα ιταλικά - volubile, instabile, instabili, unstable, instabilità, stabile
- αστακός στα ιταλικά - astice, omaro, aragosta, aragoste, di aragosta, lobster
- αστείο στα ιταλικά - scherzo, scherzare, bavaglio, lazzo, celia, burla, battuta, ...
- αστείος στα ιταλικά - divertente, strano, lepido, bizzarro, dilettevole, giocondo, comico, ...
Τυχαίες λέξεις
Ασταμάτητος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: incessante, inarrestabile, inarrestabili, irrefrenabile, unstoppable
Μεταφράσεις: incessante, inarrestabile, inarrestabili, irrefrenabile, unstoppable