Ασταμάτητος στα λιθουανικά

Μετάφραση: ασταμάτητος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
nesustabdomas, nesustabdoma, unstoppable, nesustabdomai, yra nesustabdoma
Ασταμάτητος στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ασταμάτητος

ασταμάτητος βήχας, ασταμάτητος συνωνυμα, ασταμάτητος θηλασμός, ασταμάτητος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ασταμάτητος στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • ασταθής στα λιθουανικά - nestabilus, nestabili, nestabilios, nestabilūs, nestabilią
  • αστακός στα λιθουανικά - omaras, omarų, omarai, omaro, omaro mišinys
  • αστείο στα λιθουανικά - pokštas, juokas, anekdotas, anekdotą
  • αστείος στα λιθουανικά - komiškas, juokingas, juokinga, funny, juokingi
Τυχαίες λέξεις
Ασταμάτητος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: nesustabdomas, nesustabdoma, unstoppable, nesustabdomai, yra nesustabdoma