Ασταμάτητος στα ουγγρικά
Μετάφραση: ασταμάτητος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
megállíthatatlan, megállíthatatlannak, megállíthatatlanul, feltartóztathatatlan
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ασταμάτητος
ασταμάτητος βήχας, ασταμάτητος συνωνυμα, ασταμάτητος θηλασμός, ασταμάτητος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ασταμάτητος στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- ασταθής στα ουγγρικά - instabil, instabillá, stabil, bizonytalan, labilis
- αστακός στα ουγγρικά - homár, rák, homárra, homárt, a homár
- αστείο στα ουγγρικά - szájpecek, tréfa, vicc, viccet, tréfát
- αστείος στα ουγγρικά - bizarr, vicces, komikus, furcsa, mókás, a vicces
Τυχαίες λέξεις
Ασταμάτητος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: megállíthatatlan, megállíthatatlannak, megállíthatatlanul, feltartóztathatatlan
Μεταφράσεις: megállíthatatlan, megállíthatatlannak, megállíthatatlanul, feltartóztathatatlan