Αυθορμητισμός στα ιταλικά
Μετάφραση: αυθορμητισμός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
spontaneità, la spontaneità, di spontaneità, spontaneismo
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αυθορμητισμός
αυθορμητισμόσ λεξικο, αυθορμητισμός συνώνυμο, αυθορμητισμός νεων, αυθορμητισμός αποφθεγματα, αυθορμητισμός συνώνυμα, αυθορμητισμός λεξικό γλώσσας ιταλικά, αυθορμητισμός στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- αυθεντία στα ιταλικά - autorità, autorevolezza, ufficio, all'autorità, dell'autorità, autorità di, un'autorità
- αυθεντικός στα ιταλικά - vero, autentico, autentica, facente fede, autentici, solo facente fede
- αυθόρμητος στα ιταλικά - spontaneo, unprompted, spontaneamente, spontanea, senza averlo richiesto, senza averlo
- αυλάκι στα ιταλικά - rotaia, crespa, scanalatura, solco, grinza, ruga, solchi, ...
Τυχαίες λέξεις
Αυθορμητισμός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: spontaneità, la spontaneità, di spontaneità, spontaneismo
Μεταφράσεις: spontaneità, la spontaneità, di spontaneità, spontaneismo