Αυθορμητισμός στα ουγγρικά

Μετάφραση: αυθορμητισμός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
zabolátlanság, indulatosság, elhamarkodottság, tüzesség, hirtelenkedés, spontaneitás, a spontaneitás, spontaneitást, spontán, spontaneitását
Αυθορμητισμός στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αυθορμητισμός

αυθορμητισμόσ λεξικο, αυθορμητισμός συνώνυμο, αυθορμητισμός νεων, αυθορμητισμός αποφθεγματα, αυθορμητισμός συνώνυμα, αυθορμητισμός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, αυθορμητισμός στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • αυθεντία στα ουγγρικά - szaktekintély, hatóság, hatósága, hatóságnak, hatóságot, hatóságok
  • αυθεντικός στα ουγγρικά - autentikus, hiteles, hitelesek, eredeti
  • αυθόρμητος στα ουγγρικά - rögtönzött, öntevékeny
  • αυλάκι στα ουγγρικά - árok, kerékvágás, mámor, hornyolás, dürgés, koslatás, berágódás, ...
Τυχαίες λέξεις
Αυθορμητισμός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: zabolátlanság, indulatosság, elhamarkodottság, tüzesség, hirtelenkedés, spontaneitás, a spontaneitás, spontaneitást, spontán, spontaneitását