Αυθορμητισμός στα τσεχικά
Μετάφραση: αυθορμητισμός, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
prudkost, dravost, spontánnost, spontaneita, spontánnosti, živelnost, spontaneity
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αυθορμητισμός
αυθορμητισμόσ λεξικο, αυθορμητισμός συνώνυμο, αυθορμητισμός νεων, αυθορμητισμός αποφθεγματα, αυθορμητισμός συνώνυμα, αυθορμητισμός λεξικό γλώσσας τσεχικά, αυθορμητισμός στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- αυθεντία στα τσεχικά - moc, autorita, úřad, pravomoc, vážnost, správa, vliv, ...
- αυθεντικός στα τσεχικά - skutečný, původní, opravdový, pravý, hodnověrný, ryzí, nefalšovaný, ...
- αυθόρμητος στα τσεχικά - živelný, dobrovolný, samočinný, samovolný, spontánní, spontánně, samovolnému
- αυλάκι στα τσεχικά - drážka, drážkovat, rýha, rutina, zvyk, brázdit, stopa, ...
Τυχαίες λέξεις
Αυθορμητισμός στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: prudkost, dravost, spontánnost, spontaneita, spontánnosti, živelnost, spontaneity
Μεταφράσεις: prudkost, dravost, spontánnost, spontaneita, spontánnosti, živelnost, spontaneity