Αυθορμητισμός στα τούρκικα
Μετάφραση: αυθορμητισμός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
doğallık, kendiliğindenlik, spontaneity, spontanlık, kendiliğindenliği
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αυθορμητισμός
αυθορμητισμόσ λεξικο, αυθορμητισμός συνώνυμο, αυθορμητισμός νεων, αυθορμητισμός αποφθεγματα, αυθορμητισμός συνώνυμα, αυθορμητισμός λεξικό γλώσσας τούρκικα, αυθορμητισμός στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- αυθεντία στα τούρκικα - otorite, yetki, büro, yazıhane, makam, yetkisi, yetkilisi
- αυθεντικός στα τούρκικα - gerçek, otantik, özgün, otantik bir, orijinal
- αυθόρμητος στα τούρκικα - istemli, ihtiyari
- αυλάκι στα τούρκικα - buruşuk, karık, yiv, oluk, kırışık, çizgi, saban izi
Τυχαίες λέξεις
Αυθορμητισμός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: doğallık, kendiliğindenlik, spontaneity, spontanlık, kendiliğindenliği
Μεταφράσεις: doğallık, kendiliğindenlik, spontaneity, spontanlık, kendiliğindenliği