Βίδα στα ιταλικά

Μετάφραση: βίδα, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
avvitare, vite, vite di, a vite, la vite, viti
Βίδα στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βίδα

βίδα ηλικίασ 300 εκατομμυρίων ετών, βίδα αγγλικά, βίδα χαρτιά, βίδα ηλικίας 300 εκατ. χρόνων, βίδα στα αγγλικά, βίδα λεξικό γλώσσας ιταλικά, βίδα στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • βία στα ιταλικά - tirare, costringere, obbligare, forza, forzare, violenza, pigiare, ...
  • βίαιος στα ιταλικά - violento, impetuoso, veemente, violenta, violenti, violente, violenza
  • βίζα στα ιταλικά - visto, Visa, del visto, di visto, dei visti
  • βίλα στα ιταλικά - villa, villa in, Casa, di Casa, villa di
Τυχαίες λέξεις
Βίδα στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: avvitare, vite, vite di, a vite, la vite, viti